FACEBOOK

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Δευτέρα 13 Μαΐου 2019

H Μεγάλη Παρασκευή στο χωριό μου


H Μεγάλη Παρασκευή στο χωριό μου

(Σπαρτιά Κεφαλληνίας)
Σηκώσατε τα μάτια σας και ίδετε την άνω Ιερουσαλήμ …


                                                                 «εις μνημόσυνον αιώνιον)


Πανδαισία ψυχής θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τη Μεγάλη εβδομάδα στο χωριό μου, οι παιδικές μνήμες και η αγάπη στην Εκκλησία αλλά και η συμμετοχή στις ακολουθίες ,έγιναν βίωμα έτσι που μέχρι σήμερα  ,μου είναι σχεδόν αδύνατον να  μην συμμετάσχω  ενεργά στη  εκκλησιαστική ζωή ,όπου κι’ αν βρίσκομαι ,αν και προσπαθώ να παίζω τον όμορφο ρόλο τού «Πασχαλιάτικου ψάλτη»[i] στη εκκλησία του χωριού μου « Η Παναγία μας»[ii],έτσι τη λέμε ακόμα την καινούργια εκκλησία του χωρίου μας  , μετά τη λαίλαπα των σεισμών του 1952,ο τόπος που συνέβαιναν και συμβαίνουν τα πιο σημαντικά γεγονότα του χωριού μας.
Η εκκλησία του χωριού μας είναι αφιερωμένη στη Παναγία μας, «την Μητέρα του Θεού και των Ανθρώπων» Χαρά να την αντικρίσεις ,ευχαρίστηση να την επικαλείσαι, ευλογία να την επισκέπτεσαι. Είναι ο τόπος ,το σημείο αναφοράς του Χωρίου μας, ένας περίλαμπρος ναός μ ’ένα θαυμάσιο αρχαίο τέμπλο με υπέροχες εικόνες, που χτίσθηκε με τη γενναία συνεισφορά των χωριανών μας.  Ο ναός αυτός υπήρξε πάντοτε τόπος μυσταγωγίας και άφθαστης χριστιανικής ορθόδοξης τελετουργίας, με πρωταγωνιστή-μύστη τον παπά Διονύση τον Γαρμπή, που διακόνησε σαν εφημέριος του χωριού μας πάνω από σαράντα χρόνια.[iii]μέχρις ότου η Παναγία τον κάλεσε, πλήρη ημερών, σε άλλο περιβόλι να συνεχίσει τη διακονία Της. Ένας ακόμη ιεροφάντης των Ημερών του Πάθους στο ναό μας, υπήρξε ο αγαπημένος μας μακαριστός Επίσκοπος μας, ο «παπάς των φτωχών»  ο  Γεράσιμος ο Φωκάς, ο μελίρρυτος, ο ταπεινός και άξιος λευίτης.

 Αν κάποιος είχε την τύχη να παρακολουθήσει  ποτέ τις ακολουθίες της Μ. Εβδομάδας  στο χωριό μας τότε θα πρέπει να του έχουν μείνει αξέχαστα ερμηνευμένα από τον παπά Διονύση τόσον ο ύμνος της Κασσιανής [iv],όσο και η ακολουθία των Παθών, όπου η καλλίφωνος συμμετοχή του στις Ακολουθίες της Μ. Εβδομάδος προσέδιδε ένα ιδιαίτερο χρώμα. Αυτό ήταν η πνευματική αγαλλίαση.
         Η  Μεγάλη Παρασκευή [v],είναι μια  Μεγάλη Μέρα για όλους τούς Χριστιανούς  που επιμένουν να τηρούν τις παραδόσεις  και τα ήθη και τα έθιμα τού τόπου. Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η μέρα που το κυρίαρχο σημείο της είναι προσδοκία της Αναστάσεως, είναι η μέρα που στο νου μας έρχονται έντονα οι μνήμες των κεκοιμημένων προσφιλών μας .
 Σ’ όλα  αυτά τα χρόνια που πέρασαν η Μεγάλη Παρασκευή στο χωριό μου  είχε κάτι το ξεχωριστό ,αφού ήταν η  μόνη μέρα που ακόμα και οι λεγόμενοι «αλιβάνιστοι» [vi] πήγαιναν στη εκκλησία ,φορώντας  μάλιστα «τα  καλά »τους ρούχα .
Η Μεγάλη Παρασκευή, [vii]άρχιζε στο χωριό μας  και συνεχίζονταν όλη  τη μέρα με την «πένθιμη κωδωνοκρουσία»[viii] Η προσέλευση στη εκκλησία του χωρίου ήταν καθολική τα καταστήματα καθ’ όλη τη διάρκεια της Ακολουθίας παρέμεναν κλειστά .Ολόκληρη η οικογένεια προσήρχετο στο ναό και με ευλάβεια παρακολουθούσε τη Ακολουθία των Μ. Ωρών ,την Αποκαθήλωση και στη συνέχεια την  περιγραφομένη τελετή.Εκεί ο Μάκης ο Αρσένης, εκεί Ο Βαγγελάκης ο Πανάς, εκεί ο δάσκαλος, οι νόνες και τόσοι αναρίθμητοι κι αγαπημένοι που μετακόμισαν στην άνω Ιερουσαλήμ.
Το πρωινό της Μεγάλης Παρασκευής και καθ’ όλη τη διάρκεια της Ακολουθίας  των «Μεγάλων Ωρών» ,έβλεπες  σιγά-σιγά  να συγκεντρώνεται μέγα πλήθος στην Εκκλησία που με κατάνυξη παρακολουθούσε την Ακολουθία ευλαβικά και με μεγάλη συμμετοχή, από τα Προσευχητάρια  που κρατούσαν κυρίως οι γυναίκες και τα μικρά παιδιά. .Μεγάλη στιγμή της Ακολουθίας ήταν πάντοτε και μέχρι σήμερα η κατά την «ενάτη ώρα» η ενώπιον του Εσταυρωμένου  προσέλευση του ψάλτου , ο οποίος γονυκλινής απήγγειλε  σε ήχο πλάγιο του δευτέρου «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου κλπ. ολόκληρο το εκκλησίασμα με κατάνυξη παρακολουθούσε στη ίδια στάση τη τελετή.
Κατά την προσέλευση στην Εκκλησία ,οι περισσότεροι προσκυνούσαν το Εσταυρωμένο  και έσπευδαν ,στη αριστερή θύρα τού Ιερού και  παρέδιδαν στο Ιερέα   μικρό σημείωμα με τα  ονόματα των πεθαμένων προσφιλών τους  προκειμένου να  χρησιμοποιηθούν στη ακόλουθη ειδική τελετή-μνημόσυνο.
Μετά το πέρας τής Ακολουθίας των Μεγάλων Ωρών  και του Εσπερινού  τής Μεγάλη Παρασκευής  κατά τον οποίον γίνεται η «Αποκαθήλωση»  επακολουθεί η ακόλουθη θαυμαστή κατ’ εμένα  τελετή.
Μετά την απόλυση τού Εσπερινού τής Μ Παρασκευής ,ο ιερέας  εισέρχεται μόνος  στο Ιερό ,όπου κλείνει και τις τρεις  Θύρες
Γίνεται σαφές ότι καθ’ όλη την διάρκεια της τελετής ουδείς εισέρχεται στο Ιερό του Ναού .
 Ο ψάλτης ψέλνει αργά  σε ήχο πλάγιο α’ το ακόλουθο:
 «Το ήλιον κρύψαντα  τάς ιδίας ακτίνας ….»
ενώ  στο προ τού Ιερού τού Ναού χώρο συγκεντρώνονται και γονατίζουν  με αναμμένα κεράκια στα χέρια  τα παιδιά τού χωριού, πίσω τους στέκουν οι γονείς τους ,στη εκκλησία εκείνη την ώρα βρίσκεται το σύνολο σχεδόν τού πληθυσμού τού χωριού ,ακόμα προσέρχονται   και άνθρωποι πολλής μεγάλης ηλικίας που λόγω ασθενειών αδυνατούν να λάβουν μέρος σε άλλες Ακολουθίες η Μυστήρια.
Ακολουθεί κατανυκτική σιωπή στο πλήθος  καθ’ όλη την διάρκεια της ψαλτικής ,μετά το πέρας  της ψαλτικής τού ανωτέρω    εξέρχεται ο ιερεύς φέρων πλήρη ιερατική στολή   κρατά στα χέρια του τα «τίμια δώρα»  και κάμνει μικρή δέηση υπέρ υγείας  και ακολουθεί αμέσως μετά ευχή «υπερ αναπαύσεως των ψυχών των κεκοιμημένων δούλων τού Θεού » και αρχίζει να μνημονεύει τούς κεκοιμημένους Αρχιερείς του νησιού, τους κεκοιμημένους προκατόχους του ιερείς τού χωριού ,τούς κεκοιμημένους μοναχούς και ακολουθεί η μνημόνευση κατά οικογένεια  όλων εκείνων που από αιώνων έχουν αποδημήσει εις «αιωνίους μονάς» .(Ακούς να μνημονεύονται ονόματα κεκοιμημένων, όπως Ένωση, Ελλάδα, Δημοκρατία, Ελευθερία κλπ. που εκφράζουν τους πόθους των Επτανησίων κάτω από την Αγγλική κατοχή και έδιναν στα παιδιά τους τα ονόματα αυτά)
Η σκηνή είναι ιδιαιτέρως συγκινητική  και εξαιρετικά συμβολική .Νομίζω ότι Ορθόδοξη Θεολογία δεν θα μπορούσε ν’ αποδώσει με καλύτερο και παραστατικότερο τρόπο την έννοια της «Εκκλησίας» δηλαδή του συνόλου των πιστών ζώντων και των ψυχών των  κεκοιμημένων .
Εκείνη την στιγμή μέσα στο Ναό βρίσκεται ολόκληρος ο πληθυσμός τού χωριού μας ,μπροστά στη Αγία Πύλη  βρίσκονται  τα παιδιά .η ελπίδα τού χωριού το αύριο του τόπου ,πίσω τους οι γονείς τους και ο ιερέας μνημονεύει όλους τούς πεθαμένους χωριανούς .Εκείνη την στιγμή ,είναι η μοναδική σ’ ολόκληρη την εκκλησιαστική ζωή τού χωριού μας ,η αληθινή «ζώσα εκκλησία» είναι πραγματικότητα. Διότι  μέσα στη εκκλησιά τού χωριού μας την ώρα τού παράδοξου αυτού ομαδικού μνημόσυνου , βρίσκεται ολόκληρο το χωριό ,τα  παιδιά ,το μέλλον τού τόπου, οι γονείς, οι γέροντες  και «οι ψυχές των από αιώνων κεκοιμημένων ».
Η παράδοση αυτή τηρείται απαρέγκλιτα όσα χρόνια θυμούμαι τον εαυτό μου  και όπως μου έλεγαν και οι προγενέστεροι ετηρείτο σχεδόν αποκλειστικά στο χωριό μας. Ελπίζω να συνεχισθεί εις αιώνα αιώνος.
Μετά το πέρας του μνημόσυνου και μόνον τα  τελευταία χρόνια ο ιερέας με επιθυμία των χωριανών  και μίμηση  συμβαινόντων αλλού ,μεταβαίνει στο νεκροταφείο και προβαίνει  σε «τρισάγιο» επί των τάφων .
Το βράδυ τής Μεγάλης Παρασκευής  κατά  τη  περιφορά τού Επιταφίου  τα βήματα μας οδηγούνται στο νεκροταφείο τού χωρίου μας ,όπου πέραν από τα προβλεπόμενα «εγκώμια» με μεγάλη συγκίνηση ψάλλουμε : 

«Και των κεκοιμημένων  ανάστησον Θεέ μου εν δόξει όταν έλθεις»  

Μιλάει ο τόπος μας;
Αναντίρρητα μιλάει.
Μάλιστα λέει και πολλά «ο δε έχων ώτα ακούειν ακουέτω».
 Θυμάμαι στο παρελθόν  πώς γύριζα τα δρομάκια του χωρίου μου  μετά τη Αποκαθήλωση και έφθασα τελικά ακούσια σχεδόν στο κοιμητήρι ανάμεσα στα μνήματα, έσπευσα ευλαβικός προσκυνητής να επισκεφθώ τους κεκοιμημένους προσφιλείς μου να ευπρεπίσω τους τάφους τους  και να προσευχηθώ στη ιερή μνήμη τους.
Εκεί βρήκα πολλούς χωριανούς να επιτελούν το ίδιο καθήκον στους προσφιλείς μας .
Πολύς ο πόνος .
Περπάτησα ,αφουγκράστηκα, άκουσα ,βουβοί τόποι  πουθενά δεν υπάρχουνε,
κουφοί άνθρωποι μονάχα.
 Όπως και κάθε χρόνο το ίδιο βράδυ ξαναβρέθηκα συνοδεύοντας το Επιτάφιο της Παναγίας μας στο νεκροταφείο μετά τη δέηση(ο παπά Γεράσιμος δέεται πλέον στους Ουρανούς) έμεινα λίγο πίσω απ’ τη πομπή κι έσπευσα στο μνήμα της μάνας και της νόνας μου και τους έψαλα σιγά- σιγά όπως πάντα :
«Αί γενεαί πάσαι ύμνον τη ταφή σου προσφέρουσι Χριστέ μου»
 Η πομπή απομακρύνθηκε ….και βρέθηκα μόνος στο κοιμητήρι βουρκωμένος απ’ τη συγκίνηση για την  ανάμνηση αυτών που λείπουν μακριά μας, βουρκωμένος  γιατί πέραν απ΄ τους ανθρώπους που έφυγαν ,έχει φύγει και ένα κομμάτι απ΄ την μαγεία των Ημερών γιατί  ο Τόπος μας όχι μόνο μιλάει σ’ αυτούς που θέλουν ν’ ακούσουν τη φωνή του, αλλά ρυθμίζει και  τη ζωή των κατοίκων του.
 Πολύς ο κόσμος σήμερα στη ακολουθία του Επιταφίου ,λιγόστεψαν όμως  οι αυτοσχέδιοι ψάλτες των εγκωμίων, η  φωνή μας κρύφτηκε από τη μουσική που  Τον συνόδεψε.
«Πώς σε κηδεύσω Θέε  μου…»
Αν θέλει ο Θεός ας διατηρήσουμε τη παράδοση του τόπου μας ,είναι ένα καλό μνημόσυνο σ αυτούς που τόσο πολύ μας αγάπησαν.
«Αιωνία η μνήμη αυτών »





[i] Δανείζομαι τον τίτλο από το σχετικό διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη
[ii] Μικρό παιδάκι έμαθα από τη νόνα μου ,ότι «Η Παναγία μας» είναι τόπος λατρείας τόπος που αποδίδεται η ιδιαίτερη αγάπη μας τόσο στη Μητέρα του Κυρίου όσο και στον συγκεκριμένο ναό ,αλλά και συναντήσεως  των χωριανών μας στις μεγάλες στιγμές της ζωής τους και στις μεγάλες μέρες της Χριστιανοσύνης. Από μικρό παιδί διατηρώ την άσβεστη επιθυμία να βρίσκομαι εκεί στη κορύφωση της Χριστιανικής λατρείας που είναι οι ημέρες της Μ .Εβδομάδος.
[iii] αιωνία του η μνήμη
[iv]Ψάλλεται στον Όρθρο της Μ .Τετάρτης(Μ. Τρίτη εσπέρας) σε  ήχο πλάγιο του τετάρτου «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, την σήν αισθομένη θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη  μύρα σοι προ του ενταφιασμού  κομίζει …κλπ»
[v] Επιτελούμε τα άγια και φρικτά Πάθη του Κυρίου μας
[vi] Αυτοί που ποτέ  δεν πήγαιναν στη Εκκλησία ,με μοναδική εξαίρεση τη Μ Παρασκευή και σε περίπτωση κηδείας συγχωριανού τους
[vii] Η Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών  άρχιζε στις 8 πμ και στη συνέχεια ακολουθούσε ο Εσπερινός ,όπου διεξήγετο «η Αποκαθήλωση».Ιδιαίτερα σημαντικό στην Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών  είναι η από τον Αναγνώστη ,ενώπιον του Εσταυρωμένου απαγγελία του «Σήμερον Κρεμάται» στην «ενάτη ώρα»
[viii]Καθ’ όλη την διάρκεια της Μ. Παρασκευής διεξάγεται  η λεγόμενη «πένθιμη κωδωνοκρουσία»,δηλαδή το κτύπημα της καμπάνας με ειδικό αργό τρόπο  που δεικνύει «πένθος» 


Δευτέρα, 13 Μαΐου 2019

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2018

ΝΑ ΣΑΣ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ;

Τότε που λέγαμε εμείς τα κάλαντα – Ωραίες αναμνήσεις για τους λίγο μεγαλύτερους
Τότε που λέγαμε με τον φίλο μου τον  Θανάση, τα κάλαντα
ΣΠΑΡΤΙΑ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ

Παραμονή Χριστουγέννων.
Τα κάλαντα είναι, ίσως, μια από τις πιο γλυκές αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων γιατί εκτός του γεγονότος ότι αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι των εορτών των Χριστουγέννων είναι το έθιμο που αφορά, όσο κανένα άλλο, τα παιδιά.
Γιατί όπως και να το κάνουμε Χριστούγεννα χωρίς κάλαντα δεν γίνονται.
Ξύπνημα νωρίς. Ντυνόμασταν ζεστά, φοράγαμε τα σκουφάκια που μας είχε πλέξει η νόνα μας και αφού πίναμε γρήγορα γρήγορα το γάλα μας  πέρναμε το τρίγωνο μας και φεύγαμε για να πούμε τα κάλαντα. Θέλαμε να είμαστε από τους πρώτους που θα χτυπάγαμε την πόρτα. Ναι, κινδυνεύαμε να μην μας ανοίξουν πρωί πρωί, όμως αν θα ήμασταν εμείς που θα κάναμε το ποδαρικό και θα περνάμε επαξίως τον καλύτερο μπουναμά. Με τα κάλαντα εύχονται υγεία, χαρά, καλή σοδειά, και το σπίτι να ΄ναι στέρεο και γερό, για να στεγάζει την ευτυχία και την προκοπή των κατοικούντων. Τα κάλαντα εγώ τα τραγουδούσα καλά ,ο Θανάσης φάλτσος μουρμούριζε ,πάντως η σοδειά(η είσπραξη ) καλή.
"Εντω σπηλαίω τίκτεται, εν Βηθλεέμ τη πόλει..."
Οι χωριανοί μας καλοδέχονταν (γιος του δάσκαλου εγώ , γιος του Γραμματέα ο Θανάσης είχαμε "πρόσωπο") μόνο η κυρά Μαρία του καπετάν * δεν μας επέτρεψε να μπούμε στο σπίτι "μην της λερώσουμε το πάτωμα" από τις λάσπες που είχαμε στα παπούτσια μας. Γιατί και λάσπες είχαμε στους δρόμους του χωριού μας  και τα κεράσματα ήταν καλοδεχούμενα, καθώς οι δραχμούλες (το μοναδικό μας χαρτζιλίκι).
Στο μαγαζί του Αντρογιαννη του  Λορεντζατου μας ζητούσανε ( ο μακαρίτης ο Σπύρος ο ταχυδρόμος κλπ ) να τους πούμε τα κάλαντα ,αλλά ήταν όλοι τόσο μεθυσμένοι και δεν καταλαβαίναν τι λέγαμε ,αντί χρημάτων μας πρότειναν κρασάκι και μεζέ, πράγμα που δεν δεχθήκαμε αφού κάτι τέτοιο ήταν απολύτως αδιανόητο για δεκάχρονα την εποχή εκείνη ! Στα σπίτια λέγαμε μετά τα κάλαντα και τα ακόλουθα: "σ' αυτό το σπίτι προήρθαμε πέτρα να μην ραΐσει και ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει " και μετά " κοίταξα στον ουρανό κι είδα σταυρό στην μέση κι απ' όλα τα ονόματα το.... μου αρέσει " (λέγαμε το όνομα του οικοδεσπότη, που αν ήταν και ναυτικός η οικοδέσποινα έδινε μεγάλο φιλοδώρημα πχ πέντε δραχμές!)
Κι έπεφτε το χρήμα, ιδίως στα καπιτανόσπιτα.
Υπήρχαν και οι περίεργοι που δεν ήθελαν να τα "πούμε".
Πάντως αυτό δεν συνέβαινε με τους φτωχούς που καλοπλήρωναν ! Ο πιο κουβαρδάς ήταν ο μακαρίτης ο  παπά Διονύσης ο Γαρμπής, η νόνα μου (λόγω "θαυμασμού" στο βλαστάρι της οικογένειας) ,η σιόρα Κάτε η Πεταλούδη και η Ερασμία Μεσολωρά και η Αλίκη και άλλοι που τώρα δεν θυμάμαι .
Στο τέλος της μέρας, η μάνα μου με ερεύνησε επιμελώς και έτσι αναγκαστικώς της παρέδωσα και το τελευταίο φράγκο (που είχε απομείνει μετά την αγορά των βόλων από το μαγαζί του Λάμπρου του Διλαλου) που μπήκε στον κουμπαρά που θα άνοιγε την Πρωτοχρονιά.
Όταν ήμουνα παιδί θαύμαζα με τις ώρες τους μικρούς γυάλινους βόλους των παιδικών μας παιχνιδιών. Περιεργαζόμουν πάντα ένα καινούργιο βόλο στον ήλιο και απολάμβανα τα χρωματικά του παιχνιδίσματα. Πολύχρωμοι, με περίτεχνα εσωτερικά σχέδια που στα μάτια των παιδιών αποκτούσαν παραμυθένιες διαστάσεις.
Με αυτούς τους μικρούς πολύχρωμους βόλους, στους χωμάτινους δρόμους στήνονταν ομάδες, αγώνες, πολύωρα παιχνίδια και ενίοτε καυγάδες. Σημειώνεται ότι, οι βόλοι ήταν απαγορευμένο παίγνιο στο σχολείο την εποχή εκείνη στο χωριό μας και μόλις άνοιγαν τα σχολεία, ο δάσκαλος έκανε σωματική ερεύνα στους μαθητές και επέβαλε άμεση κατάσχεση με ξυλοδαρμό με βέργα ελιάς που έφερνε στον δάσκαλο ,ο Σπύρος ο Δρακόπουλος ο σημερινός επιχειρηματίας ψαράς, με την γνωστή ταβέρνα στον Κληματσιά.
Την ποιότητα της βέργας πρώτος εγώ δοκίμαζα αναγκαστικά για παραδειγματισμό στα πόδια μου , από τον δάσκαλο πατέρα μου!
«χρόνια πολλά να χαίρεστε πάντα ευτυχισμένοι
σωματικώς και ψυχικώς να είστε πλουτισμένοι»
ΑΝΤΩΝΗΣ Π ΑΡΓΥΡΟΣ