ΑΝΤΩΝΗΣ
Π.ΑΡΓΥΡΟΣ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ
|
Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ
ΚΑΙ Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ
ΔΟΡΙΖΑΣ
Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΦΟΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ
ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΑΝΑΛΕΚΤΑ
ΑΘΗΝΑ-ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2022
Είναι ιστορικό γεγονός ότι μεγάλες προσωπικότητες υπήρξαν Αφορισμένοι από την
Ορθόδοξη Εκκλησία μεταξύ αυτών ο Νίκος Καζαντζάκης, ο
Ελευθέριος Βενιζέλος, ο
Ροΐδης, και ο Ανδρέας Λασκαράτος.
1.-Ο Ανδρέας Τυπάλδος Λασκαράτος
(Ληξούρι, 1 Μαΐου 1811 - Αργοστόλι, 24 Ιουλίου 1901) ήταν αξιόλογος σατιρικός
ποιητής και πεζογράφος από την Κεφαλονιά. Mετά τη δημοσίευση των
"Μυστηρίων Της Κεφαλονιάς" το 1856, που ειρωνεύεται και καυτηριάζει
την αμάθεια και την υποκρισία του κλήρου, ο μητροπολίτης Κεφαλληνίας Σπυρίδωνας
Κοντομίχαλος,
στην αγγλοκρατούμενη τότε Κεφαλονιά, προβαίνει σε αφορισμό του συγγραφέα –και
φυσικά και του βιβλίου. Οι περιπέτειες και διωγμοί του Λασκαράτου συνεχίστηκαν
επι χρόνια με χαρακτηρισμούς «Το βδέλυγμα της ερημώσεως εν Κεφαλληνία ή ο
ασεβής Ανδρέας Λασκαράτος», βρίζοντας, επίσης, τον ποιητή . Η Κεφαλονιά είχε την
ατυχία να έχει επισκόπους όπως Σπυρίδων
Κοντομίχαλος (1842 - 1873) που ανεδείχθη επίσκοπος από τους Άγγλους (1842) προχώρησε, στις 2 Μαρτίου 1856 στον αφορισμό
του Λασκαράτου και ήταν όργανο της Αγγλικής Κατοχής. Ο Σπυρίδων Κοντομίχαλος
που επιδίδονταν σε αφορισμούς και για ασήμαντα πράγματα, είναι εκείνος που εξ
αιτίας της εξέγερσης κατά των Άγγλων στη Σκάλα Κεφαλονιάς(1849) θα αφορίσει και θα
διατάξει την καθαίρεση και την διαπόμπευσή του εκ των συναρχηγών « παπά-Ληστή» ιερέως Γρηγόρη Ζαπάντη -Νοδάρου στο νησί, πριν το
κρέμασμα από τους Άγγλους κατακτητές. Όμως
και ο Λασκαράτος υπέγραψε , ανάμεσα στις 526 υπογραφές εναντίον της εξέγερσης του
1849 κατά των Άγγλωνκαι πολέμησε
τους Ριζοσπάστες. Ο Δεσπότης Σπυρίδων Κοντομίχαλος, υπήρξε σθεναρά αντίθετος μετα την Ένωση των Επτανήσων
με την Ελλάδα(1864) στην εκκλησιαστική Ένωση.
2.-Στα 1899 ο λόγιος επίσκοπος Κεφαλονιάς Γεράσιμος Δώριζας, φίλος και θαυμαστής του
συγγραφέα, ζήτησε και πέτυχε, μέσα από περίπλοκες διαδικασίες και με το
Λασκαράτο να αρνείται κατηγορηματικά να απολογηθεί, την άρση του αφορισμού. Ο
Ανδρέας Λασκαράτος πέθανε ενάμιση χρόνο μετά στις 24 Ιουλίου του 1901 και
κηδεύτηκε με όλες τις τιμές, ενώ η σπουδαιότητα του ως συγγραφέα έχει
αναγνωριστεί στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Στη παρούσα παρουσιάζεται ένα
ιδιαίτερο στοιχείο που μπορεί να δώσει μια άλλη τροπή στην επιστημονική
έρευνα για την στάση του Λασκαράτου
,αλλά της επίσημης εκκλησίας στον αφορισμένο ποιητή. Δημοσιεύεται συγκινητική και τρυφερή μπορώ να πω επιστολή
του Γεράσιμου Δώριζα επισκόπου Κεφαλονιάς στον αφορισμένο Λασκαράτο(1896), αλλά και παρουσιάζεται το
αίτημα άρσεως του αφορισμού από τον επίσκοπο στην Ι. Σύνοδο (1899). Έτσι
δίνονται απαντήσεις σε ζητήματα που απασχόλησαν τον επιστημονικό διάλογο σχετικά
με την άρση του αφορισμού του Λασκαράτου και αποδεικνύεται περίτρανα πώς ο Αρχιεπίσκοπος
Κεφαλονιάς Γεράσιμος Δώριζας το 1896 (δηλαδή
τρία χρόνια πριν από την άρση του αφορισμού που έγινε το 1899) είχε πεισθεί ότι
ο Λασκαράτος είχε προβεί σε μεταβολή των απόψεων του και είχε στενές φιλικές σχέσεις με τον Λασκαράτο, προς
τον οποίο έτρεφε απεριόριστη εκτίμηση και σεβασμό και αναφέρεται στην επιστολή του και σε κάτι
σημαντικό : Ο Αρχιεπίσκοπος αναφέρεται στα χρόνια του ποιητή και αναφέρει: «…Σύντροφοί
του είμαστε εις τούς αγώνας, σύντροφοί του στάς καταδιώξεις, άλλα σύντροφοί του
καὶ εις την δόξαν.»
Είναι προφανές ότι ο Δώριζας αποδοκιμάζει τις ταλαιπωρίες
και καταδιώξεις κλπ που υπέστη συνεπεία του αφορισμού ο Λασκαράτος.
Ο
σκοπός της παρούσης είναι να αναδείξει τα άγνωστα γεγονότα και την κατάσταση που
δημιουργήθηκε κυρίως μετα τον αφορισμό
και τον κομβικό ρόλο του Δώριζα στην άρση του.
Θέλω
να επισημάνω ότι ο Λασκαράτος στην Αυτοβιογραφία
του αναφέρει: «Μπροστά στο Θεό σβήνομαι
και μηδενίζομαι»
Ο ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ
«Όντις έπλασε ο Θιός την Οικουμένη,
το Ληξούρι, και τόσους άλλους τόπους,
είπε στο νου του: - Α! τώρα δε μου μένει
πάρι να πλάσω, γε μου, και τς αθρώπους.»
Του Ανδρέα Λασκαράτου που, πνεύμα ανήσυχο, ακόμη
και για την δημιουργία του κόσμου είχε την δική του γραφή στο ποίημά του: «Γιατί τα τάλλαρα τα λένε
τάλλαρα.»
·
Aνδρέας
Λασκαράτος – «Το βδέλυγμα της ερημώσεως εν Κεφαλληνία» έγραψαν γ αυτόν οι
κάποιοί σύγχρονοι του.
Υπήρξε αναμφισβητητα μέγιστος της επτανησιακής
σχολής και «βαρύ πυροβολικό» της
νεοελληνικής σάτιρας έζησε πολλά χρόνια με διωγμούς, κατατρεγμούς, εξορίες,
φυλακές και αγώνα, υπερασπίζοντας ανυποχώρητα ό,τι νόμιζε σωστό.
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ: Πέρασαν 121 χρόνια από τον θάνατό του μεγάλου σατιρικού
λογοτέχνη και ποιητή Ανδρέα Λασκαράτου (1811-1901) και παραμένει ακόμα και σήμερα
«σημείο αντιλεγόμενο» πνεύμα ανήσυχο που δημιούργησε έργα που συνήθιζαν να
έρχονται σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις της εποχής του. Εξέφραζε ελεύθερα και
ανεπηρέαστα τις απόψεις του και προκαλούσε με τη γραφή του γι' αυτό γνώρισε
διώξεις, τη φυλάκιση αλλά και τον αφορισμό. Απέναντί του βρέθηκε κυρίως η
εκκλησία αλλά και κοινωνική πραγματικότητα της Κεφαλονιάς της εποχής του . Αναμφισβήτητα
υπήρξε μία σημαντική μορφή της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας και
των γραμμάτων. Με αποκορύφωμα τον αφορισμό του από την επίσημη Εκκλησία, ο
στιχουργός και πεζογράφος απ' την Κεφαλλονιά γνώρισε πολλές φορές τον διωγμό,
την απαξίωση και την εχθρότητα των συγχρόνων του· κι αυτός, και η οικογένειά
του. «O Ανδρέας Λασκαράτος, είναι πολύ περισσότερον πολεμιστής ή όσον είναι
ποιητής», έγραψε κάποτε γι’ αυτόν ο Κωστής Παλαμάς. Ο Παλαμάς θα γράψει στο
τέλος της κριτικής του: «Ηξεύρω μόνον, ότι οι Κεφαλλήνες οφείλουν ένα
ανδριάντα εις τον ποιητήν»
1.ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ:Γεννημένος την Πρωτομαγιά του
1811 στο χωριό Ρετσάτα (κοντά στο Ληξούρι) της Κεφαλλονιάς, Γεννιέται δέκα
χρόνια πριν από την ελληνική επανάσταση στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα ήταν γόνος
πλούσιας οικογένειας γαιοκτημόνων και σπούδασε νομικά στο Παρίσι. Το επάγγελμα
του νομικού, ωστόσο, το εξάσκησε μόνο όταν βρέθηκε σε πολύ δύσκολη οικονομική
κατάσταση. Τα πρώτα του μαθητικά χρόνια φοίτησε στο σχολείο του Αργοστολίου
αλλά και στο Κάστρου στη σχολή του Νεόφυτου Βάμβα. Ο θείος του, Δημήτρης
Δελλαδέτσιμας, γνωστός στην ιστορία των Εφτανήσων για τις πολιτικές του
δραστηριότητες, τον φέρνει στην Κέρκυρα όπου τα πρώτα του μαθήματα θα τα πάρει
από τον σοφό Ιταλό Βικέντιο Νανούτσι και τον Αντρέα Κάλβο ενώ παράλληλα θα τον
διορίσει υπάλληλο της Γερουσίας των Ιονίων Νήσων μήπως και τον καταφέρει να
διδαχτεί πειθαρχεία.
Στη συνέχεια φοιτά στη Νομική Σχολή της Ιόνιας
Ακαδημίας και μετά από ένα χρόνο μεταγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, Εκεί
μετά της σπουδές του θα ανακηρυχθεί διδάκτωρ της Νομικής. Γνωρίστηκε και με τον
εθνικό ποιητή Διονύσιο Σολωμό. Αμφότεροι, επέδρασαν έντονα πάνω στο έργο του.
2.-ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΕΡΓΑ
του Λασκαράτου είναι τα εξής: “Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς” (1856), “Ιδού
ο άνθρωπος, ή ανθρώπινοι χαρακτήρες” (1874), “Ποιήματα και ανέκδοτα”
(1884), “Αυτοβιογραφία” (εκδόθηκε μετά θάνατον, 1912), “Ήθη, έθιμα
και δοξασίες της Κεφαλλονιάς” (κι αυτό μετά θάνατον, 1924). Όπως
υποστηρίζουν οι σοβαρότεροι μελετητές του έργου του, ήταν αναμφίβολα ένας
άνθρωπος που έβλεπε ιδιαίτερα μπροστά για την εποχή του και σήμερα, όσα αυτός
είχε προβλέψει και επιθυμούσε είτε να αλλάξει είτε να εμποδίσει, έχουν κατά
κανόνα επαληθευτεί... Ήταν επί σειρά πολλών ετών εκδότης της εφημερίδας “Λύχνος”,
με την οποία -μέσω σάτιρας, και αυστηρής κριτικής- καταφέρθηκε εναντίον της
κοινωνικής αδικίας, της ανικανότητας των πολιτικών με την καυστική του γλώσσα
και την έντονα αντικληρική του διάθεση. Μίλησε για μεγάλα κοινωνικά θέματα,
όπως για την προίκα, την θέση της γυναίκας, τις καταχρήσεις της εξουσίας και
τον ρόλο των πολίτικών αλλά και με επιθετικότητα κατά της διδασκαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας,
της λατρείας και των εθίμων της. Όλα αυτά προξένησαν την εναντίον του εχθρότητα
της εξουσίας: των πλούσιων, των πολιτικών και προκάλεσαν την έντονη αντίδραση
της τοπικής εκκλησίας. Ο αφορισμός του θα τον απομακρύνει από τους κόλπους της
κοινωνίας της Κεφαλονιάς, θα προκαλέσει όμως μια μεγάλη παραγωγή αντιδράσεων κα και θα
συνεχίσει να τον φέρνει ξανά και ξανά στο πνευματικό προσκήνιο ακόμα και μετά
το θάνατό του ακόμα και μέχρι σήμερα.
Αναμφισβήτητα ο Λασκαράτος δεν στάθηκε αντίθετος
στην Αγγλική κατοχή των Επτανήσων όπως ορθά έπραξαν οι Ριζοσπάστες. Ο Γιώργος Αλισανδράτος εξαιρετικά
εύστοχα αναφέρει «ο αντιριζοσπαστισμός του
[Λασκαράτου…] κοιταγμένος από πολιτική και κοινωνική άποψη είναι ιστορικά
καταδικασμένος». Εκείνη την εποχή που βασίλευε η καθαρεύουσα ο Λασκαράτος
έγραφε στην δημοτική και μάχεται γιαυτήν και τον ρόλο της στην εθνική παιδεία.
3. ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ: Τα
"Μυστήρια της Κεφαλονιάς" είναι το πιο γνωστό έργο του Ανδρέα
Λασκαράτου. Γράφτηκε το 1856 με υπότιτλο «ή σκέψεις απάνου στην οικογένεια, στη
θρησκεία και στην πολιτική εις την Κεφαλονιά». Στον πρόλογο του σπουδαίου και
συνάμα μοιραίου βιβλίου του “Τα
μυστήρια της Κεφαλλονιάς” διαβάζουμε μεταξύ άλλων: “Σκοπός του παρόντος
βιβλίου είναι το σιάσιμο μιας σφαλερής ιδέας όπου έως τώρα εβασίλεψε και
βασιλέβει ακόμη στην κοινωνία μας. Η κοινωνία μας νομίζει πως δεν πρέπει να
ξεσκεπάζονται τα ελαττώματά της και θεωρεί ως εγκληματίαν εκείνον όπου το κάμη.
Νομίζει εξεναντίας ότι είναι χρέος κάθε καλού πατριώτη να κηρύττη αρετές εις
τον τόπον των ελαττωμάτων της. Τούτο έκαμε ώστε καθένας, φοβούμενος την πρόληψή
της, αρνήθηκε να της ανοίξη τα μάτια εις τες αληθινές πηγές των κακών της. Ενώ
απ' άλλο μέρος οι κατεργαραίοι, που σε κάθε κοινωνία ποτέ δεν λείπουνε,
εκερδοσκοπήσανε ναν την αποκοιμήσουν, απάνω στον κρημνό της ανοησίας της, για
να κλέψουν την υπόληψή της. Εγώ δεν ημπορώ, εν συνειδήσει, να ναναρίσω την
κοινωνία μας με το ναρκωτικό νανάρισμα των λαοπλάνων. Ούτε μήτε να σιωπήσω τα
ολέθρια αποτελέσματα μιας τέτοιας σατανικής κερδοσκοπίας. Εγώ εξεναντίας
ξεσκεπάζω τα ελαττώματά της με θάρρος και με εξουσίαν. Με όλην εκείνην την
εξουσίαν οπού μου δίνει η Αλήθεια”.
Το βιβλίο "Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς"
χωρίζεται σε τρία μέρη ανά θεματική, στα οποία ο συγγραφέας παραθέτει τις
σκέψεις του για τα συγκεκριμένα ζητήματα. Στο έργο του σατιρίζει τις προλήψεις,
τις κοινωνικές συμβάσεις και τις δεισιδαιμονίες αλλά και τη διαφθορά του
ορθόδοξου κλήρου της Κεφαλονιάς. «Η ψυχή μας λοιπόν είναι συνθεμένη από
δύναμες ανθρώπινης φύσεως και δύναμες μιας άλλης ανώτερης φύσης. Η πρώτες μας
συγγενέβουνε με τον κόσμο. Η δεύτερες με τη Θεότητα». «Υπάρχει τω
όντι μια ηθική τάξη πραγμάτων, ένας Οικουμενικός Αιώνιος Κόδικας, ο οποίος
εμπεριέχει όλες εκείνες τις ηθικές αρετές οπού ολόκληρο το ανθρώπινο γένος
ομολόγησε πάντα και θέλει ομολογήσει» αναφέρεται στο κεφάλαιο
"Θρησκεία" του βιβλίου.
4.ΟΙ ΔΙΩΞΕΙΣ: Εξαιτίας του βιβλίου
του αυτού (“Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς”) ξεκίνησαν οι διώξεις εναντίον του
Λασκαράτου από τον Μητροπολιτη Κοντομίχαλο.
Είμαστε την περίοδο της Αγγλοκρατίας στα Επτάνησα και στις 16 Φεβρουαρίου 1856 ο μητροπολίτης
Κεφαλληνίας Σπυρίδων Κοντομίχαλος αφόρισε αρχικώς το εν λόγω βιβλίο, καλώντας
τον συγγραφέα να το αποσύρει και να το καταστρέψει. Ο Λασκαράτος αρνήθηκε
κατηγορηματικά να το κάνει, με συνέπεια λίγες ημέρες αργότερα (στις 2 Μαρτίου
1856) να αφοριστεί και ο ίδιος από τον
μητροπολίτη! Η
ημέρα αυτή, γράφει ο Δ. Ψαθάς, «είναι μια ημερομηνία εφιαλτική για τον
Λασκαράτο. Απ’ το πρωί χτυπάνε νεκρικά οι καμπάνες όλων των εκκλησιών του
νησιού. Κατά το μεσημέρι ο δεσπότης Σπυρίδων ο Κοντομίχαλος διαβάζει τον
αφορισμό για το “βδέλυγμα της ερημώσεως” μέσα στην καθιερωμένη θρησκευτική
παράταξη και πομπή, με τα μαύρα πισωμένα κεριά και μαύρα άμφια των παπάδων»
(βλ. Δ. ΨΑΘΑ, «Η δόξα του “αφορεσμένου”», Νέα Εστία, τόμ. 70, τεύχ. 821, έτ.
ΛΕ´ [15.9.1961], σσ. 1231-1232). διάβασαν από τον άμβωνα τον
Ο αφορισμός «κατά του πασίγνωστου απονενοημένου
και εκ της ευθείας οδού της ορθοδόξου ημών πίστεως δυστυχώς αποπλανησθέντος
Ανδρέα Γ. Λασκαράτου». Ο αφορισμός που τύπωσαν και τον κυκλοφόρησαν καταλήγει
ως εξής:
«Εάν όμως παρακούσει ταις εκκλησιαστικαίς
ταύταις παραινέσεις και μη εις το πυρ δώσει τα παρ’ αυτώ σωζόμενα αντίτυπα της
παρ’ αυτού εκδοθείσης Βίβλου, έχομεν αυτόν αφωρισμένον παρά Πατρός, Υιού και
Αγίου Πνεύματος, παρά της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού
Εκκλησίας, παρά των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων πατέρων, έστω τρέμων και
στένων επί της γης ως ο Κάιν, κληρονομησάτω τη λέπραν του Γιεζί και την αγχόνην
του Ιούδα. Ταύτα μεν, η δε του Θεού χάρις και το άπειρον έλεος, και η ευχή και
η ευλογία της ημών ταπεινότητος είη μετά πάντων ημών».
«Το βδέλυγμα της ερημώσεως εν Κεφαλληνία ή ο ασεβής Ανδρέας Λασκαράτος», βρίζουν
επίσης, τον ποιητή.
Ο Λασκαράτος στην «Απόκριση εις τον αφορεσμό»,
γράφει πως «όταν ένας ήθε είναι αφορεσμένος από την Αγία Τριάδα, ήθελ’ έχει
αρκετά» και όλοι οι άλλοι «ενοχληθήκανε αχρείαστα». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον
παρουσιάζει το «καταρολόγιο»αυτών των κειμένων.
Ο συγγραφέας κατέφυγε κυνηγημένος στη Ζάκυνθο,
αλλά κι εκεί είχε την ίδια αντιμετώπιση: τον αφόρισε και ο μητροπολίτης
Ζακύνθου, Νικόλαος Κοκκίνης! Φεύγει στο Λονδίνο για
να λήξει η ένταση.
Τον επόμενο χρόνο επιστρέφει στο νησί αλλά οι
περιπέτειές του δεν τελειώνουν εδώ αφού περνά 4 μήνες φυλακισμένος στο
Σωφρονιστήριο της Κεφαλονιάς μετά από ερήμην καταδίκη του, εξαιτίας της
καυστικής εφημερίδας ΛΥΧΝΟΣ.
Οι καιροί άλλαξαν το 1864 ήρθε η Ένωση με την
Μητέρα Πατρίδα και Λασκαράτος δεν άφησε αναπάντητη την πράξη του
αφορισμού του. Στην απάντησή του αυτή, η οποία δημοσιεύθηκε πολύ αργότερα, το
1867, υπό τον τίτλο «Απόκριση εις τον αφορεσμόν του κλήρου της Κεφαλονιάς των
1856» και στην εξαιτίας αυτής κατόπιν αναφοράς του Δεσπότη Κοντομίχαλου και
εγγράφου της Ι. Συνόδου παραπομπή του σε δίκη ενώπιον του ορκωτού
Κακουργιοδικείου με ομόφωνο «Βούλευμα των εν Κεφαλληνία Πλημμελειοδικών»Δηλαδή «ως υπαίτιος
εξυβρίσεως της ορθοδόξου ανατολικής
εκκλησίας κατά παράβαση του αρθρ 18 του περι εξυβρίσεων και τύπου νόμου».
Η δίκη διεξάγεται στις 18 Νοεμβρίου 1868
με συνήγορο του τον Ν.Βαλσαλμακη που διορίσθηκε εξ επαγγέλματος, αφού
κανείς δικηγόρος δεν ανελάμβανε να τον υπερασπισθεί. Τελικά αθωώνεται από τους
ενόρκους με ψήφους 8 έναντι 4 . ο Λασκαράτος δεν
αρκείται στην κατά πλειοψηφία αθώωσή του από το σώμα των ενόρκων, αλλά το
αμέσως επόμενο έτος εκδίδει νέο έργο, με το οποίο ανασκευάζει τις κατ’ αυτού
κατηγορίες (βλ. Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ, Η δίκη μου με τη Σύνοδο, Κεφαλονιά, τυπ. Η
Πρόοδος, 1869). . Για τις περιπέτειες του Λασκαράτου είναι πολύ
χαρακτηριστικά όσα εξιστορεί στην Αυτοβιογραφία του, Α. Λασκαράτος,
Αυτοβιογραφία, μετάφραση Πόπη Θεοδωράτου, Εισαγωγή, σημειώσεις Αλόη Σιδέρη, Αθήνα,
1983, σελ. 74-75, 77: «Δεν θα μεταφέρω εδώ τα έκτροπα πού διέπραξαν οι
παπάδες, οι υπηρέτες και οι δορυφόροι τους στες λίγες μέρες πριντην αναχώρηση
μου από το νησί για να μην κάμω το ανάγνωσμα αυτό πολύ ογκώδες Συκοφαντημένος
τότε από τους απελπισμένους για το ξεσκέπασμά τους παπάδες και καταδιωκόμενος
από τον ανόητον όχλο, πού είχα την πρόθεση να βοηθήσω, στες 16 του Μάη του
1856, κατέφευγα στη Ζάκυνθο, όπου στην προκυμαία με υποδέχτηκαν με τες πιο χονδροειδείς
προσβολές... Δεκαπέντε μέρες έμεινα στη Ζάκυνθο κλεισμένος πάντα στο σπίτι του
εξαδέλφου μου κυρίου Δ. Γαέτα, αποφευγόμενος από όλους, ακόμα και από τους υπόλοιπους
συγγενείς μου, απειλούμενος από τον όχλο και κολακευμένος μόνον από μερικές κυρίες...
Απελπισμένος τότε πώς θα μπορέσω να μείνω για πολύ στα νησιά, έφυγα για το Λονδίνο»
Οι διώξεις εναντίον του ίδιου, και της
οικογένειάς του (αποτελούμενης από τη σύζυγό του, δυο γιους και επτά κόρες!),
υπήρξαν πολλές και έντονες. Γι' αυτό τον λόγο περιπλανόμενος και διωκόμενος για
τις ιδέες του εκτός από την Κεφαλλονιά,
έζησε στην Κέρκυρα, τη Ζάκυνθο και, για ένα διάστημα, στο Λονδίνο. Από το
1854 , έζησε στο Αργοστόλι, όπου και τον
βρήκε ο θάνατος σε ηλικία 90 ετών, στις 24 Ιουλίου 1901.
Το 1884 έρχεται η πανελλήνια αναγνώριση: ανακηρύσσεται
στην Αθήνα επίτιμο μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός». Ο Γρηγόριος
Ξενόπουλος γράφει : «[…] Όταν ανέβηκε στο βήμα ο ισχνός και ψηλός εκείνος
γέρος με την αγαθή μα κάπως ειρωνική φυσιογνωμία, με τη γρυπή μύτη, με το πλατύ
μέτωπο, με τα γκρίζα γένεια, με την κυρτή κάπως ράχη, ο Επτανησιώτης
αριστοκράτης με την παλαιού κοψίματος ρεδιγκότα και το ψηλό καπέλο στο χέρι, τα
χειροκροτήματα ξέσπασαν από παντού. Κι έπειτα έγινε σιωπή, που, αν δεν
ακουγόταν το πέταγμα της μύγας, ακουγόταν όμως η φωνή του αδύνατη, υπόβραχνη,
μια αδυναμία των φωνητικών οργάνων, όπως έλεγε ο ίδιος, που πάντα τον δυσκόλευε
στη ζωή και στον αγώνα του. […]
Συμπαθητκή όμως φωνούλα με τη χαρακτηριστική κεφαλονίτικη προφορά. […]».
1.-ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ :Ο Γεράσιμος Δώριζας
γεννήθηκε στο Μέγα Ρεύμα της Κωνσταντινουπόλεως από Κεφαλλήνες γονείς στις 10
Δεκεμβρίου 1851. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1873 έχοντας
ήδη χειροτονηθεί Διάκονος και αφού υπέβαλε διατριβή με τίτλο "Η
προπαρασκευή της εν Χριστώ σωτηρίας εν τω Ιουδαϊσμώ και τω εθνικώ κόσμω".
Μετά την αποφοίτησή του υπηρέτησε ως Ιεροκήρυκας στη Θεσσαλία (1873-1875). Στη
συνέχεια διορίστηκε Β΄ Γραμματέας της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου
και κατόπιν Μέγας Αρχιδιάκονος. Το 1879 εστάλη στο Παρίσι όπου πραγματοποίησε
σπουδές στη Νομική οπου αναγορεύθηκε διδάκτωρ του δικαίου. Το 1884
επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και διορίστηκε Νομικός Σύμβουλος του
Πατριαρχείου (1885-1888). Στη συνέχεια διετέλεσε επόπτης των σχολών
Κωνσταντινουπόλεως (1889-) και Διευθυντής του περιοδικού "Εκκλησιαστική
Αλήθεια". Στις 25 Ιανουαρίου 1893 χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος
Κεφαλληνίας Εκοιμήθη στο Αργοστόλι συνεπεία καρδιακής
νόσου στις 23 Ιανουαρίου 1901.Υπηρξε φωτισμένος ιεράρχης, πολύγλωσσος, άριστος θεολόγος-
φιλόσοφος ,νομικός και φιλόλογος, με σπάνια ευγλωττία, το μισθό έδινε ολόκληρο
σε φιλανθρωπίες, δεν έφερε τα διακριτικά του βαθμού του, ζούσε με τους φτωχούς
και τον κόσμο ακόμα και όταν αντελήφθη το τέλος του ζήτησε να ταφεί στο
νεκροταφείο Δραπάνου και όχι όπου όλοι επίσκοποι Κεφαλονιάς.
2.1.ΕΝΑ ΧΑΡΑΚΤΡΗΡΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ Μ.ΑΒΛΙΧΟΣ-ΔΩΡΙΖΑΣ
Ὁ Μικέλης Αβλιχος γεννήθηκε στο Ληξούρι το
1844. Σπούδασε στο εκεί Πετρίτσειο Γυμνάσιο και μετά στην Ελβετία στο
Πανεπιστήμιο της Βέρνης, όπου και ήλθε σε επαφή με τον αναρχισμό και τις ιδέες
του Μιχαήλ Μπακούνιν. Έζησε κάποια χρόνια στο Παρίσι, την Ζυρίχη και την
Βενετία. Όταν το 1872 επέστρεψε στην πατρίδα του, συνέχισε και συμπλήρωσε την
ποίηση του συμπατριώτη του Ανδρέα Λασκαράτου, εστιάζοντας την λεπτή ειρωνεία
του στον αγώνα κατά της κοινωνικής αδικίας, της θρησκοληψίας, της πλουτοκρατίας
και του πολέμου. Για ένα μικρό διάστημα συνεργάστηκε λογοτεχνικά με τους Παναγιώτη
Πανά και τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Κάποια φορά τον είχαν διορίσει στ’ Αργοστόλι
μέλος Επιτροπής για να μοιράσει χρήματα σε φτωχούς. Ὁ
Αβλιχος δὲν ήθελε να είναι μέλος σέ
επιτροπές. Υποχρεώθηκε λοιπόν να πάει να υποβάλει την παραίτησή του στον Πρόεδρο τῆς
Επιτροπής, πού ήταν ὁ αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς
Γεράσιμος Δόριζας, φιλόσοφος, με ιδέες πολύ φιλελεύθερες. Ὁ
Αβλιχος όρθιος μπροστά στὸν
αρχιεπίσκοπο υποβάλλει την
παραίτησή του.
– Καθήσατε κ. Αβλιχε, τού λέει ὁ
αρχιεπίσκοπος.
– Τί θέλει ένας λύκος έν μέσο των προβάτων, τί
θέλω εγώ ’δῶ μέσα ένας αναρχικός άνθρωπος;
– Καὶ
νομίζετε κ. Αβλιχε πώς αυτός ὁ
θρόνος απέχει πολύ από την αναρχία;
– Ἒ
τότε να καθίσω.
Καὶ
αφού συζήτησαν πολύ ώρα οἱ
δύο άνδρες, λέει ὁ ποιητής!
– Δὲν
είσαι δεσπότης.
– Άλλα τότε τί είμαι Μιχαλάκη;
– Είσαι δεσμώτης.
– Το μάντευσες.
Καὶ
απο τότε τον Αβλιχο τον συνέδεσε μεγάλη φιλία με τον αρχιεπίσκοπο Δόριζα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς Γεράσιμος Δώριζας που
ήταν ένας φωτισμένος Ιεράρχης ανέπτυξε
θερμή προσωπική φιλία με τον Λασκαράτο, ενώ είχαν προηγηθεί όσα προαναφέραμε
και η παραπομπή του σε δίκη από την Ι. Σύνοδο(1868)αλλά και το τελευταίο βιβλίο
του Λασκαράτου: «Η δίκη μου με τη Σύνοδο, Κεφαλονιά, τυπ. Η Πρόοδος, 1869». Ο
Ηλίας Τσιτσέλης δημοσίευσε υπό τον τίτλο
ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΟΡΙΖΑΣ σε περιοδικό « Αι
Μούσαι» στην Ζάκυνθο δημοσίευσε το 1896 ποίημα του Λασκαράτου για τα 85 χρόνια του. Το ποίημα έστειλε ο
Λασκαράτος στον Δόριζα ο οποίος
απάντησε με το ακόλουθο θερμό γράμμα:
« Πολυσέβαστέ μοι φίλε,
Ταύτη τη στιγμή επιστρέφων από τον· περίπατον
εύρον την ώραίαν επιστολήν Υμών. Άλλ ’ ένω μετ’ απληστίας την άνεγίνωσκον,
έξαφνα έπαρουσιάσθηκαν ενώπιον μου 85 φαντάσματα, λαμπρά, ωσάν άστρα, ωραία ως
μετέωρα φωτεινά. Η παρουσία των έγέμισε το σπήτι μου από λάμψιν καὶ
δόξαν. «Είμεθα, λέγει , τότε ο ένας εκ των 85, οι χρόνοι τού Ανδρέου Λασκαράτου
καὶ έρχόμεθα να ζητήσωμεν
την κρίσιν σου. Μάς έπήρε ένα προς ένα,
μάς έφόρτωσε δόξα καὶ
μεγαλείον, τιμή καὶ
ύπόληψι. Κάθε ένας από ημάς είναι
φωτεινότερος από τον καλλίτερόν αστέρα, κάθε ένας απο ημάς είναι πολυτιμότερος
από τον καλλίτερόν αδάμαντα. Σύντροφοί του είμαστε εις τούς αγώνας, σύντροφοί
του στάς καταδιώξεις, άλλα σύντροφοί του καὶ
εις την δόξαν. Και τώρα ενώ ημείς θέλομεν να καλέσωμεν καὶ
άλλους συντρόφους μας πολλούς για να πάρουν και αυτοί ένας προς ένα από αυτήν
την τιμή, απ’ αυτήν την λάμψιν, απ’ αυτήν τη δόξαν ,ο αυθέντης μας ο Λασκαράτος
μας στέλνει αλλού, ως αν είναι κανένας
άξιος να βασταζη τέτοιο μεγάλο βάρος
δόξης και τιμής».
Ήκουσα
αυτά τα παράπονα γεραρέ μου φίλε
και νέος Σολωμών έκαμα την κρίσιν και
είπα «πηγαίνετε τιμημένοι και δοξασμένοι 85 χρόνοι, εκεί που ελάβατε την τιμήν
και την δόξαν ,είμεθα χρόνοι που ολίγοι θνητοί ημπορούν να σας βαστάξουν επάνω
των, καλέσατε 86ον συνάδελφον και άλλους όσους ημπορείτε πολλούς αν προστεθούν
στην συντροφιά σας θα γείνουν ένδοξοι καὶ
τιμημένοι.» Έδεχθησαν την απόφασίν, έπήραν τον 86ον, θα πάρουν καὶ
άλλους καὶ έτσι έρχονται καὶ
πάλιν εις Υμάς. Να τούς χαρήτε μέ ύγείαν τον 86ον και τούς άλλους μέ όλην την
εύγενεστάτην οικογένειαν σας.
Έν Άργοστολίω τη 30 ’Απριλίου 1896.
προθυμότατος φίλος
Ό Κεφαλληνίας
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ
Σχολιάζοντας την επιστολή αυτή θα ήθελα να
παρατηρήσω ότι: α)Ο συντάκτης της ήταν δεινός νομικός και θεολόγος και άριστος
κανονολόγος υπογραφεί δε ως Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς β) Ότι ήταν ο αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς και
είχαν προηγηθεί τόσον ο αφορισμός όσο και η καταδίωξη του Λασκαράτου στα
ποινικά δικαστήρια από την Σύνοδο γ)ότι αναφέρεται ρητά στους χρόνους που
πέρασαν «Σύντροφοί του είμαστε εις τούς αγώνας, σύντροφοί του στάς καταδιώξεις,
άλλα σύντροφοί του καὶ εις την δόξαν.»
4.1.Στις 22 Ιανουάριου 1899 ο Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς Γεράσιμος Δόριζας απευθύνει
έγγραφο αίτημα, προς την I. Σύνοδο της
Εκκλησίας της Ελλάδος το με αριθ. πρωτ. 50 «Περί άρσεως του αφορισμού έκδοθέντος
άλλοτε κατά τού σατυρικού ποιητού Ανδρέου Λασκαράτου»
Το
κείμενο είναι εξαιρετικό σε ποιότητα δικανικού ύφους και στέρεα επιχειρήματα δείχνει τεράστιο σεβασμό και αγάπη
στο πρόσωπο του ποιητή έτσι ώστε εμμέσως να δικαιολογούνται, εν μετρώ, τα όσα
διατύπωσε στα «Μυστήρια της Κεφαλονιάς» ο αφορισμένος. Αναφέρεται «Πολλά
και δεινά ο έξοχος ποιητής υπέστη ένεκα του αφορισμού τούτου μαρτύρια…» Επισημαίνεται η αθώωση του Λασκαράτου από
τους λαϊκούς δικαστές για το αδίκημα της εξυβρίσεως της θρησκείας, αδίκημα για
το οποίο κατηγορήθηκε με αφορμή την απάντησή του στον αφορισμό του, και με
σημασία τονίζεται ότι τούτο δεν έπεισε τους περί τον τότε Μητροπολίτη Σπυρίδωνα
[Κοντομίχαλο] να άρουν το ανάθεμα. Κατά την γνώμη μας το εξαιρετικά σημαντικό
είναι η δική του κατάθεση ως τοπικού ποιμενάρχη στο αίτημα ανάκλησης του αφορισμού: «
Έννενήκοντα ήδη σχεδόν έτη φέρας επι των ώμων ό μέγας ποιητής και φωτοβόλον
διαδραμών την τροχιάν τού βίου, εγγίζει εις το τελευταίον κατάντημα πλήρης
δόξης και ευφημίας. Ανέστησε πολυμελή οικογένειαν και εξέθρεψε έν παιδεία και
νουθεσία Κυρίου. Ό μακρός και ένδοξος αυτού βίος είναι βίος χρηστότητος,
ευθύτητος και ακεραιότητας και πάσης χριστιανικής αρετής. Πολλάκις ειχομεν την
τιμήν να κοινωνήσωμεν πνευματικώς μετά τού γεραρού άνδρός, άείποτε δε ήκούσαμεν
εκ τού στόματος αυτού ρήματα υψηλής και θεηγόρου φιλοσοφίας και άγνοτάτης χριστιανικής
ηθικής. Ότε δὲ
έποιησάμέθα αυτό νύξιν τής προς την ’Εκκλησίαν διαστάσεως αυτού, διεμαρτύρατο ό
πολυσέβαστος πρεσβύτης ότι ουδέν των υπό τής όρθοδόξου ημών πίστεως
δεδιδαγμένων ήθέτησέ ποτέ ή αθετεί, ένστερνιζόμένος έν πάση είλικρινεία πάσαν
αυτής την διδασκαλίαν. ’Εάν δὲ
ό γραπτός λόγος έν τισι τού ανωτέρω μνημονευθέντος συγγράμματος προέτρεξε τής
διανοίας ή ύπερβολικώτερον παρέστησε τας τον ένδίαθετόν λόγον Ιδέας, τοσουτον ειλικρινώς
έδοτο τούτον εξηγήσεις προφορικώς τε και εγγράφως ώστε ουδενί πλέον επιτρέπεται
αμφιβολία τις ή παρεξήγησις επί των υπ' αυτού γραφέντων»
Περαιτέρω επικαλείται έναν ακόμη λόγο, το
σκάνδαλο. το οποίο προβλέπει ότι θα δημιουργηθεί, εάν υποχρεωθεί ο πρεσβύτης
ποιητής να τερματίσει τον βίο του υπό τις αρές και το ανάθεμά της Εκκλησίας και
συνεπώς να στερηθεί της εκκλησιαστικής κηδεύσεως. Τέλος, δηλώνει προς την I.
Σύνοδο ότι, επειδή οι δυνάμεις του ποιητή δεν του επιτρέπουν να υποβάλει τον
απαραίτητο «λίβελλον πίστεως», προκειμένου να εκτιμηθεί η μετάνοιά του, ο ίδιος
ο Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς με αγαθή συνείδηση διαβεβαιώνει ότι ο
Λασκαράτος έζησε όλη του τη ζωή και θα την τερματίσει ως χριστιανός ορθόδοξος.
4.2.- Στις 12 Φεβρουάριου 1899 με το υπ’ αριθ.
πρωτ. 2824/διεκπ. 208 έγγραφό της, η I. Σύνοδος απάντησε αρνητικά στο αίτημα για αρση του αφορισμού στον οποίο εμμένει και
ζητά γραπτή ομολογία, με την οποία ρητώς να αποδοκιμάζει όσα έχει γράψει στα
βιβλία του και να ζητεί το έλεος της Εκκλησίας. Το
1899, η Εκκλησία «προθυμοποιήθηκε» να ανακαλέσει τον αφορισμό, υπό τον όρο ότι
ο Λασκαράτος θα αποκήρυττε το εν λόγω βιβλίο. Η απάντηση τού Λασκαράτου ήταν
αποστομωτική: «Είμαι πρόθυμος να συμφιλιωθώ με τους εχθρούς μου, όταν γίνουνε
τίμιοι σαν κι εμέ»
4.3. Με νέο έγγραφό, με αριθ. πρωτ. 510και
ημερομηνία 15 Δεκεμβρίου 1899, επανέρχεται ο Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς με
θέμα «περί του υπό επιτίμιον ποιητού Ανδρέου Λασκαράτου» και επαναλαμβάνει τους
ιδίους λόγους άρσεως του αφορισμού. Η Σύνοδος με απόφαση της 17/19-1-1900 απεδεχθη
την άρση του αφορισμού επικαλούμενη τον κανόνα ρβ' της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, δέχεται τη μετάνοια για
την οποία την διαβεβαίωνε ο ίδιος ο ποιμενάρχης.
Τελικά, ο αφορισμός κατά του Λασκαράτου ήρθη
μόλις έναν χρόνο προ του θανάτου του (δηλ. το 1900) από τον μητροπολίτη
Κεφαλληνίας, Γεράσιμο Δόριζα.
4.4.-Ο γιος του Ανδρέα Λασκαράτου, με γράμμα του
τότε προς τον Τύπο της εποχής («Ζιζάνιο», 12/2/1900 και «Ακρόπολις», 18/3/1900),
αναφέρει ότι “τα διάφορα μη αληθή που δημοσιεύθηκαν περί αφορισμού δεν μας
αφορούν, αφού μάλιστα ως γνωστόν ο πατήρ μου εξακολουθεί να έχει τας αυτάς
αρχάς και ιδέας, τας οποίας ανέκαθεν είχεν”.
Τη νύχτα της 23 προς 24 Ιουλίου του 1901 πέθανε
στο Αργοστόλι, ενώ κηδεύτηκε με όλες τις τιμές και μεγάλη λαϊκή συμμετοχή.
Ο ΔΕΣΠΟΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΦΟΡΙΣΜΕΝΟΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ
Ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο, επιστολή του τότε
Αρχιεπίσκοπο Κεφαλονιάς Γεράσιμο Δώριζα στον αφορισμένο Ανδρέα Λασκαράτο ήρθε
στο φως της δημοσιότητας στην ομιλία μου στα «Πεσσάδεια 2022» στις11/8/2022 με
θέμα «Ο Μητροπολίτης Κεφαλονιάς Γ.Δόριζας
και ο Λασκαράτος».
Πέρασαν 121 χρόνια
από τον θάνατό του μεγάλου σατιρικού λογοτέχνη
και ποιητή Ανδρέα Λασκαράτου (1811-1901) και παραμένει ακόμα και σήμερα
«σημείο αντιλεγόμενο» πνεύμα ανήσυχο που δημιούργησε έργα που συνήθιζαν να
έρχονται σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις της εποχής του. Εξέφραζε ελεύθερα και
ανεπηρέαστα τις απόψεις του και προκαλούσε με τη γραφή του γι' αυτό γνώρισε
διώξεις, τη φυλάκιση αλλά και τον αφορισμό. Απέναντί του βρέθηκε κυρίως η
εκκλησία αλλά και κοινωνική πραγματικότητα της Κεφαλονιάς της εποχής του .
Αναμφισβήτητα υπήρξε μία σημαντική μορφή της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας και
των γραμμάτων. Με αποκορύφωμα τον αφορισμό του από την επίσημη Εκκλησία, ο
στιχουργός και πεζογράφος απ' την Κεφαλλονιά γνώρισε πολλές φορές τον διωγμό,
την απαξίωση και την εχθρότητα των συγχρόνων του· κι αυτός, και η οικογένειά
του. «O Ανδρέας Λασκαράτος, είναι πολύ περισσότερον πολεμιστής ή όσον είναι
ποιητής», έγραψε κάποτε γι’ αυτόν ο Κωστής Παλαμάς.
Ο Γεράσιμος Δώριζας(1851-1901) Αποφοίτησε από τη Θεολογική
Σχολή της Χάλκης το 1873 έχοντας ήδη χειροτονηθεί Διάκονος, διετελεσε
Γραμματέας της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κατόπιν Μέγας
Αρχιδιάκονος. Το 1879 εστάλη στο Παρίσι όπου πραγματοποίησε σπουδές στη Νομική
όπου αναγορεύθηκε διδάκτωρ του δικαίου. Στις 25 Ιανουαρίου 1893 χειροτονήθηκε
Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας Εκοιμήθη στο
Αργοστόλι συνεπεία καρδιακής νόσου στις 23 Ιανουαρίου 1901.Υπηρξε φωτισμένος
ιεράρχης, πολύγλωσσος, άριστος θεολόγος- φιλόσοφος ,νομικός και φιλόλογος, με
σπάνια ευγλωττία, το μισθό έδινε ολόκληρο σε φιλανθρωπίες, δεν έφερε τα
διακριτικά του βαθμού του, ζούσε με τους φτωχούς και τον κόσμο ακόμα και όταν
αντελήφθη το τέλος του ζήτησε να ταφεί στο νεκροταφείο Δραπάνου και όχι όπου
όλοι επίσκοποι Κεφαλονιάς. Υπήρξε φίλος με τον Λασκαράτο και τον Μικέλη Αβλιχο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς Γεράσιμος
Δόριζας που ήταν ένας φωτισμένος Ιεράρχης
ανέπτυξε θερμή προσωπική φιλία με τον Λασκαράτο, ενώ είχαν προηγηθεί όσα
προαναφέραμε και η παραπομπή του σε δίκη από την Ι. Σύνοδο(1868)αλλά και το
τελευταίο βιβλίο του Λασκαράτου: «Η δίκη μου με τη Σύνοδο, Κεφαλονιά, τυπ. Η
Πρόοδος, 1869». Ο Ηλίας Τσιτσέλης
δημοσίευσε υπό τον τίτλο ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΟΡΙΖΑΣ σε περιοδικό « Αι Μούσαι» στην Ζάκυνθο δημοσίευσε το 1896 ποίημα του
Λασκαράτου για τα 85 χρόνια του. Το
ποίημα έστειλε ο Λασκαράτος στον Δόριζα
ο οποίος απάντησε με το ακόλουθο θερμό γράμμα, το οποίο αποτελεί συνταρακτικό
ντοκουμέντο :
« Πολυσέβαστέ μοι φίλε,
Ταύτη τη στιγμή επιστρέφων από τον· περίπατον εύρον την
ώραίαν επιστολήν Υμών. Άλλ ’ ένω μετ’ απληστίας την άνεγίνωσκον, έξαφνα
έπαρουσιάσθηκαν ενώπιον μου 85 φαντάσματα, λαμπρά, ωσάν άστρα, ωραία ως μετέωρα
φωτεινά. Η παρουσία των έγέμισε το σπήτι μου από λάμψιν καὶ δόξαν. «Είμεθα, λέγει ,
τότε ο ένας εκ των 85, οι χρόνοι τού Ανδρέου Λασκαράτου καὶ έρχόμεθα να ζητήσωμεν την
κρίσιν σου. Μάς έπήρε ένα προς ένα, μάς
έφόρτωσε δόξα καὶ
μεγαλείον, τιμή καὶ
ύπόληψι. Κάθε ένας από ημάς είναι
φωτεινότερος από τον καλλίτερόν αστέρα, κάθε ένας απο ημάς είναι πολυτιμότερος
από τον καλλίτερόν αδάμαντα. Σύντροφοί του είμαστε εις τούς αγώνας, σύντροφοί
του στάς καταδιώξεις, άλλα σύντροφοί του καὶ
εις την δόξαν. Και τώρα ενώ ημείς θέλομεν να καλέσωμεν καὶ άλλους συντρόφους μας
πολλούς για να πάρουν και αυτοί ένας προς ένα από αυτήν την τιμή, απ’ αυτήν την
λάμψιν, απ’ αυτήν τη δόξαν ,ο αυθέντης μας ο Λασκαράτος μας στέλνει αλλού,
ως αν είναι κανένας άξιος να βασταζη τέτοιο μεγάλο βάρος δόξης και
τιμής».
Ήκουσα αυτά τα
παράπονα γεραρέ μου φίλε και νέος
Σολωμών έκαμα την κρίσιν και είπα
«πηγαίνετε τιμημένοι και δοξασμένοι 85 χρόνοι, εκεί που ελάβατε την τιμήν και
την δόξαν ,είμεθα χρόνοι που ολίγοι θνητοί ημπορούν να σας βαστάξουν επάνω των,
καλέσατε 86ον συνάδελφον και άλλους όσους ημπορείτε πολλούς αν προστεθούν στην
συντροφιά σας θα γείνουν ένδοξοι καὶ
τιμημένοι.» Έδεχθησαν την απόφασίν, έπήραν τον 86ον, θα πάρουν καὶ άλλους καὶ έτσι έρχονται καὶ πάλιν εις Υμάς. Να τούς
χαρήτε μέ ύγείαν τον 86ον και τούς άλλους μέ όλην την εύγενεστάτην οικογένειαν
σας.
Έν Άργοστολίω τη 30 ’Απριλίου 1896.
προθυμότατος φίλος
Ό Κεφαλληνίας
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ»
Σχολιάζοντας την επιστολή αυτή θα ήθελα να παρατηρήσω ότι:
α)Ο συντάκτης της ήταν δεινός νομικός και θεολόγος και άριστος κανονολόγος
υπογραφεί δε ως Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς
β) Ότι ήταν ο αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς και είχαν προηγηθεί τόσον ο
αφορισμός όσο και η καταδίωξη του Λασκαράτου στα ποινικά δικαστήρια από την
Σύνοδο γ)ότι αναφέρεται ρητά στους χρόνους που πέρασαν «Σύντροφοί του είμαστε
εις τούς αγώνας, σύντροφοί του στάς καταδιώξεις, άλλα σύντροφοί του καὶ εις την δόξαν.»
Στις 22 Ιανουάριου 1899 ο Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς Γεράσιμος
Δόριζας απευθύνει έγγραφο αίτημα, προς
την I. Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος το με αριθ. πρωτ. 50 «Περί άρσεως του
αφορισμού έκδοθέντος άλλοτε κατά τού σατυρικού ποιητού Ανδρέου Λασκαράτου»
Το κείμενο είναι
εξαιρετικό σε ποιότητα δικανικού ύφους και στέρεα επιχειρήματα δείχνει τεράστιο σεβασμό και
αγάπη στο πρόσωπο του ποιητή έτσι ώστε εμμέσως να δικαιολογούνται, εν μετρώ, τα
όσα διατύπωσε στα «Μυστήρια της Κεφαλονιάς» ο αφορισμένος. Αναφέρεται «Πολλά
και δεινά ο έξοχος ποιητής υπέστη ένεκα του αφορισμού τούτου μαρτύρια…» Τελικά,
ο αφορισμός κατά του Λασκαράτου ήρθη μόλις έναν χρόνο προ του θανάτου του (δηλ.
το 1900) από τον μητροπολίτη Κεφαλληνίας, Γεράσιμο Δόριζα. Ο λόγιος Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς Γεράσιμος Δόριζας
υπήρξε φωτεινή μορφή η οποία αναγνώρισε το κύρος και την εθνική παρουσία του
μεγάλου Ληξουρώτη και με αγάπη στην προσφορά και στους αγώνες του ακολουθώντας
τα λόγια του Χριστού έδωσε μάχη για την
Χριστιανική αποκατάσταση του ποιητή, αγνοώντας επιδεικτικά τον
θρησκευτικό φανατισμό και την δεισιδαιμονία που κυριαρχούσε. Για όλα αυτά
υπάρχει μια αλήθεια:
Ας ακούσουμε την φωνή του Λασκαράτου
«Τίποτα φρονιμώτερο από το να θέλης να ζήσης. Μα θέλε να
ζήσης με αξιοπρέπεια.»
Στο
έργο του “Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την
εποχή μας”, ο Κ.Θ. Δημαράς σημειώνει τα εξής αξιοπρόσεκτα: “Ο Ανδρέας
Λασκαράτος, Κεφαλλονίτης (1811-1901), αποτελεί τον γνησιότερο σύνδεσμο ανάμεσα
στα Επτάνησα και στην Αθήνα· είναι φανατικά Επτανήσιος και στο γλωσσικό του
ιδίωμα και σ' ένα μεγάλο μέρος της συγγραφικής παραγωγής του. Έφερνε δηλαδή
στην πρωτεύουσα ανόθευτο τον αέρα των Επτά Νησιών· και στο ποσοστό, το
σημαντικό, όπου επηρέασε τους Αθηναίους λογίους, η συμβολή του στην μετακένωση
της επτανησιακής παράδοσης μέσα στο ρεύμα το αθηναϊκό, είναι έκδηλη”.
Ο λόγιος Αρχιεπίσκοπος Κεφαλονιάς Γεράσιμος Δόριζας υπήρξε
φωτεινή μορφή η οποία αναγνώρισε το κύρος και την εθνική παρουσία του μεγάλου
Ληξουρώτη και με αγάπη στην προσφορά και στους αγώνες του ακολουθώντας τα λόγια
του Χριστού έδωσε μάχη για την Χριστιανική
αποκατάσταση του ποιητή, αγνοώντας επιδεικτικά τον θρησκευτικό φανατισμό και
την δεισιδαιμονία που κυριαρχούσε, άλλωστε είχε πεισθεί για το θρησκευτικό
φρόνημα του ποιητή σύμφωνα με τα λόγια του Για όλα αυτά υπάρχει μια
αλήθεια:
Ας ακούσουμε την φωνή του Λασκαράτου
«Τίποτα φρονιμώτερο από το να θέλης να
ζήσης. Μα θέλε να ζήσης με αξιοπρέπεια.»
1.-«Μωροί, υπέρμαχοι της στασιμότητος, φονεύσετε αν θέλετε
τον καινοτόμον. Αλλά να ξεύρετε ότι ο φόνος του καινοτόμου είναι η εγκαινίαση
των αρχών του. Πειστική διά σας απόδειξη ο φόνος του καινοτόμου Ιησού.» (Λασκαράτος:
Ιδού Ο Άνθρωπος).
2.- Οι χριστιανοί σήμερα έχουν στην πουσνάρα
(=σακούλα) τους τριώ λογιώνε θρησκείες: Μία που τήνε λένε και δεν τήνε κάνουνε.
Μία που τήνε κάνουνε και δεν τήνε λένε. Και μία που, και τήνε λένε, και τήνε
κάνουνε. Η πρώτη είναι η θρησκεία του Χριστού, η δεύτερη του Διαόλου, η τρίτη
τση Κοιλιάς. (Λασκαράτος: Μυστήρια
Κεφαλονιάς)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
1) Ο ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ
(Παρατίθεται αυτούσιος, με τα όποια ορθογραφικά
ή τυπογραφικά λάθη του, όπως τον αναδημοσίευσε ο ίδιος ο Ανδρέας Λασκαράτος)
ΗΜΕΙΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ
ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ
Αιδεσιμο-ευλαβέστατοι
Άγιοι Ιερείς, ευσεβέστατοι Χριστιανοί τέκνα εν Κυρίω αγαπητά τής ημών
Ταπεινώτητος, χάρις είη και ειρήνη πάσιν υμίν παρά Θεού Παντοκράτορος, παρ’
ημών δε ευχή και ευλογία.
Η Ταπεινώτης ημών, μετά βαθείας λύπης τής
καρδίας της, εκκλησιαστικώς υποβάλλει εις την γνώρισιν πάντων των προσφιλών
Πνευματικών αυτής τέκνων τής Θεοφρουρήτου ταύτης επαρχίας, ότι προ ολίγων
ημερών, υπό τού πασίγνωστου απονενοημένου, και εκ τής ευθείας οδού τής
Ορθοδόξου ημών πίστεως, δυστυχώς αποπλανηθέντος Ανδρέου Τ. Λασκαράτου, βίβλος
τις διά τού τύπου εξεδόθη, επιγραφομένη ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ, δι’ ης ο
παντός δακρύου αξιοδακρυτώτερος ούτος Ανδρέας, ο διά παντός τού βίου αυτού
μόνον τέλος τών πράξεων του και αντικείμενον τών λόγων του, το πως να διαστρέψη
την περί την Ορθόδοξον πίστιν συνείδησιν τού πλησίον, αποβαλών εκ τής καρδίας
αυτού πάντα περί τα Θεία σεβασμόν, αναιδώς και ανερυθριάστως εξακοντίζει
ύβρεις, βλασφημίας, και άλλας ασεβείς ερεσχελίας, κατά τής Θεοπαραδότου
ορθοδόξου και αμωμήτου ημών πίστεως, και προσάπτει μώμους και συκοφαντίας, κατά
παντός εν γένει τού Ορθοδόξου πληρώματος· διά τής βίβλου του εξυβρίζει και
περιπαίζει πάντα τα Θεία Μυστήρια τας Ιεράς εικόνας, τα Άγια λείψανα, τας Ιεράς
Ακολουθίας, τας Αγίας Τεσσαρακοστάς, τον Ιεράν κλήρον, και τέλος ο θεοστυγής
ούτος, ουδέν θείον, ουδέν ανθρώπινον άφηκεν απερίπαικτον, και ακατηγόρητον
—Βίβλος ήτις, διά τας εις αυτήν εμπεριεχομένας, κατά τής πίστεως ύβρεις, και
βλασφημίας, ου μόνον μέγα σκάνδαλον, προξένησε δικαίως τοις ευσεβέσι πάσιν,
αλλά και εις άκρον ελύπησε και διετάραξε την συνείδησιν της Εκκλησιαστικής
ταύτης αξίας. Αλλ’ ω Φίλτατα εν Κυρίω Πνευματικά τέκνα· δεν πρέπει να
ταράττεσθε ουδέ να φοβείσθε τα εκ τής καρδίας τού απονενοημένου τούτου Ανδρέου,
κατά τής πίστεως ημών εκσφενδονισθέντα, υπ’ όψιν έχοντες ότι, και ο ηθικός
κόσμος, τα ίδια αυτού τέρατα έχει, ως και ο φυσικός —ότι τοιαύτα ηθικά τέρατα
δυστυχώς ουδέποτε εξέλειπον εκ τού Ορθοδόξου πληρώματος, —ότι τοιούτοι βαρείς
λύκοι λαλούντες διεστραμμένα κατά τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, πολλάκις ενεφάνησαν
τη Ορθοδόξω κοινωνία, και ότι ουδέποτε ίσχυαν κατά τής Εκκλησίας τού Χριστού,
τεθεμελιωμένης επί τη διδασκαλία τών θείων αποστόλων, τών Ιερών Οικουμενικών
και τοπικών συνόδων, τών μεγίστων σοφών Αγίων διδασκάλων τής Οικουμένης, και
επί τω ακρογονιαίω λίθω, ος εστίν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, και τέλος, ότι
οι θεοστυγείς ούτοι διώκται τής Εκκλησίας, και απονενοημένοι, ουδέν έτερον εκ
τής αυτών ασεβείας, και ετεροδιδασκαλίας ωφελήθησαν, ή το ανάθεμα και κατάραν
τής Εκκλησίας.
Η
Ταπεινότης ουν ημών, περί πολλού ποιούμενη την ψυχικήν σωτηρίαν τών εις αυτήν
παρά Θεού εμπιστευθέντων πιστών, και επομένη ταις θείαις διδασκαλίαις τού θείου
διδασκάλου τής Οικουμένης, τού Ο υ ρ α ν ο β ά μ ο ν ο ς Αποστόλου Παύλου,
παραγγέλλοντος «Προσέχετε εαυτοίς και πάντι τψ Ποιμοίω, εν ω ημάς, το Πνεύμα το
Άγιον έθετο επισκόπους πειμαίνειν την Έκκλησίαν τού Θεού, ην περιεποιήσατο διά
τού ιδίου αίματος. Εγώ γαρ οίδα τούτο, ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου
λύκοι βαρείς εις υμάς, μη φειδόμενοι τού Ποιμνίου και εξ υμών αυτών
αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα τού αποσπάν τους μαθητάς οπίσω
αυτών». Καί γρηγορούσα ως αείποτε, κατά την αυτής Αρχιερατικήν ενοχήν, όπως μη
ψυχικώς απόλυταί τις τών απλούστερων τής Θεοφρουρήτου ταύτης επαρχίας, εκ τής
αναγνώσεως τής ρηθείσης άσεβους βίβλου, και τέλος Ιερόν αυτής καθήκον ηγουμένη
όπως λάβη τα πρόσφορα και κατάλληλα μέτρα, προς φήμωσιν τών άβεβώς κατά τής
Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, ύβρεις και συκοφαντίας βουλομένων εκσφενδονίζειν, και
αναστολήν παντός τείνοντος διαταράξαι και φέρειν σκάνδαλον εις την περί τα θεία
συνείδησιν τών πιστών, τούτων ένεκα απάντων, δυνάμει τής εις αυτήν παρά Θεού
δοθείσης εξουσίας.
Α’.
Αναθέματι και αφορισμώ υποβάλλει την προ ολίγων ημερών, υπό τού Ανδρέου Τ.
Λασκαράτου. διά τού τύπου ελδοθείσαν βίβλον, επιγραφομένη τα ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ
ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ, ως πλήρη υπάρχουσαν ύβρεων καί συκοφαντιών, κατά τής Θρθοδόξου
ημών Ανατολικής τού Χριστού Εκκλησίας.
Β’.
Πατρικώς άμα και συμβουλευτικώς παραινεί έκαστον τών Ορθοδόξων, άνδρα ή
γυναίκα, τον τυχόντα έχειν παρ’ εαυτώ την ρηθείσαν βίβλον, μη αυτήν
αναγινώσκειν, αλλά τω πυρί παραδούναι· τον δε παρακούσοντα τη Εκκλησιαστική
ταύτη παραινέσει, Αρχιερατικώ επιτιμίω υποβάλλει, μέχρις ου υπακούση ταις
παραινέσεσι τής Εκλησίας.
Γ’. Τον
δε Ανδρέα Τ. Λασκαράτον, τον διά τής βίβλου αυτού τη Εκκλησία, και τω αυτής
Ορθοδόξω πληρώματι, τεκμήρια δώσαντα αποπλανήσεως, εκ τής ευθείας οδού τής
Ορθοδόξου ημών πίστεως, η Εκκλησία, ως φιλόστοργος μήτηρ, η αδιαλείπτως
ευχόμενη υπέρ επιστροφής τών πεπλανημένων, παραινεί αυτόν ίνα εις συναίσθησιν
έλθη τής αυτού αποπλανήσεως, και δώση εις το πυρ τα αντίτυπα πάντα τής παρ’
αυτού εκδοθείσης βίβλου, έτοιμη υπάρχουσα με μητρικάς αγκάλας, να παραδεχθή
αυτόν και κατατάξη τη λογική ποίμνη τού Κυρίου, και διά τού Ιερού Μυστηρίου τής
μετανοίας και εξομολογήσεως, χαρίση αυτώ την άφεσιν τών αμαρτιών αυτού, και
αξιώση τής μεταλήψεως τών θείων Μυστηρίων, και λοιπών Αγιαστιών αυτής. Εάν όμως
παράκουση ταις Εκκλησιαστικαίς ταύταις παραινέσεσι, και μη εις το πυρ δώση τα
παρ’ αυτώ σωζόμενα αντίτυπα τής παρ’ αυτού εκδοθείσης βίβλου. Έχομεν αυτόν
αφορισμένον παρά Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος, παρά τής Μιας Αγίας
Καθολικής και Αποστολικής τού Χριστού Εκκλησίας· παρά τών τριακοσίων δέκα και
οκτώ Θεοφόρων Πατέρων, έστω τρέμων και σταίνων επί τής γης ως ο Κάιν,
κληρονομησάτω την λέπραν τού Γιεζή, και την αγχόνην τού Ιούδα. Ταύτα μεν, η δε
τού Θεού χάρις, και το άπειρον έλεος, και η ευχή κα ευλογία τής ημών
Ταπεινότητος είη μετά πάντων ημών.
Εκ τού Ιερογραμ. τής Μητρ. Κεφαλληνίας
την 16 Φεβρουαρίου 1856 Ε. Α.
(Τ.Σ.) O
Μητροπολίτης Κεφαλληνίας
ΣΠΥΡΙΔΩΝ.
Ν. Ιερεύς Μαντζαβίνος Ιερογραμματεύς.
2) Συμβουλές προς νέο πρωθυπουργό”
Στις 18 Ιουνίου 1892 ο Ανδρέας Λασκαράτος
δημοσίευσε επιστολή προς τον Χαρίλαο Τρικούπη, που μόλις είχε κερδίσει θριαμβευτικά
τις εκλογές, γράφοντας μεταξύ άλλων:
Καλεσμένος όθεν ως τοιούτος σήμερον να
κυβερνήσης το Έθνος σου, δεν σου πρέπει κόμμα. Το κόμμα ήθελε σε καταβιβάσει.
Δεν σου πρέπουν ρουσφέτια. Τα ρουσφέτια ήθελε σε αμαυρώσουν.
Γνωρίζω καλά ότι κυβερνάς Ρωμηούς, οι οποίοι
βάνουν όρο της υποστηρίξεώς των τα ρουσφέτια. Αλλά οι αδιαφορούντες άφινε να σε
ρίχνουνε. Κάθε σου πτώση θέλ’ είναι πρόδρομος μεγαλειτέρας ανυψώσεώς σου, και
κάθε πτώση και ανύψωσή σου θέλ’ είναι μάθημα διά το ανήλικον Έθνος μας. (…)
Οι Ρωμηοί δεν είναι όλοι διεφθαρμένοι. Είναι
μεταξύ τους και έντιμες εξαιρέσεις. Συ δε τώρα -πλέον με πείραν αρκετήν των
συνεθνήτων σου- μπορείς εύκολα να εκλέξης όχι πλέον μεταξύ του πρώην κόμματος,
αλλά μεταξύ των πολιτευομένων συνεθνήτων σου τους ικανώτερους και τιμιώτερους,
οι οποίοι θεμένοι στην κυβερνητικήν σου μηχανήν, ήθελ’ είναι ζωοδότειρο
δρόσισμα στη μαραμένη και ταπεινωμένην Ελλάδα.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ εφημερίδα ΑΣΤΥ, 18/6/1892
(από την ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
του ΣΠ. Β. ΜΑΡΚΕΖΙΝΗ – Εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ)
ΠΗΓΕΣ: Δημαράς Κ.Θ., Ιστορία της
Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, 7η έκδ., Αθήνα,1985
Ι. Μ.
ΚΟΝΙΔΑΡΗ, Καθηγητή του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του
Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο τιτλοφορείται «Ανδρέας Λασκαράτος. Η δίκη του
για εξύβριση της θρησκείας και η άρση του αφορισμού του (με βάση ανέκδοτα
έγγραφα)», (Μάιος 2011) από τις εκδόσεις Γρηγόρη.
Ιωάννης Κονιδάρης, Οι αφορισμοί του Μητροπολίτη
Κεφαλληνίας Σπυρίδωνα Κοντομίχαλου (1842-1873). Διάγραμμα σπουδής, «Πρακτικά
του Ε΄ Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου (17-21 Μαΐου 1986)», τ. 3, Αργοστόλι 1991,
σσ. 311-329.εφ. Εμπρός, φύλλο 26/7/1901, σελ. 1.
Ιωάννης Ζερβός, Ανδρέας Λασκαράτος,
εκδ.Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός,Αθήνα, 1970,
Δ. Ζωμπολίδης, Ό αφορισμός ή τό ανάθεμα ή εσχάτη
τών ποινών έντώ Κανονικώ Δικαίω τής 'Ορθοδόξου ανατολικής 'Εκκλησίας,
ΝέοιΠανδέκται 5 (1906).
Δ. ΨΑΘΑ, «Η δόξα του “αφορεσμένου”», Νέα Εστία,
τόμ. 70, τεύχ. 821, έτ. ΛΕ´ [15.9.1961], σσ. 1231-1232)
Π.Πετρατος: «H ZΩΗ, Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ
ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ»http://petrospetratos.blogspot.com/2014/08/h-z.html
Δ. Π. ΤΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ, Σημείωμα σε: Ανδρ.
Λασκαράτου, Στοχασμοί, Αθήνα: εκδ. Αθηναϊκού Βιβλιοπωλείου Χ. Γιάνναρης, 1921
ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ «ΙΔΟΥ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ» Εκδότης: ΕΣΤΙΑ
ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ «REFLECTIONS-ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ» Εκδότης: ΑΙΩΡΑ
ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ «ΛΑΟΣ ΚΑΙ ΛΑΟΠΛΑΝΟΙ»Εκδότης: ΡΟΕΣ
ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ «ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ
ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΑΣ»Εκδότης: ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ
Λασκαράτος Α., Αυτοβιογραφία, μετάφραση Πόπη
Θεοδωράτου,Εισαγωγή, σημειώσεις Αλόη Σιδέρη, Αθήνα, 1983.
Μεσολωράς Ιωάννης Δ.
(πρωτοπρεσβύτερος), "Ο εν απουσία των εκκλησιαστικών αρχείων μέχρι τώρα
λόγος περί του αφορισμού του Α. Λασκαράτου", ΙΑ' Διεθνές Πανιόνιο Συνέδριο
(2018), Μπατιστάτος Μ., Η ποινή του αφορισμού στην Κεφαλονιά κατά την
περίοδο της Αγγλοκρατίας, Πρακτικά του Ε' Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου, τ. 3,
Αργοστόλι 1991.Πρακτικά,
Αργοστόλι 2019, τόμ. 4, σ. 266-304.
Πετρακάκος
Δημήτριος Α., Συμβολαί εις το ποινικόν δίκαιον τηςΟρθοδόξου Ανατολ. Εκκλησίας [Ἔλεγχος τοῦ «Ποινικοῦ Δικαίου τῆςὀρθοδόξου ἀνατολικῆς ἐκκλησίας» ὑπό Κ. Μ. Ράλλη], εν Αλεξανδρείᾳ,εκ του πατριαρχικού
τυπογραφείου, 1909.
Περιεχόμενα
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. 1
1.Ο ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΚΑΙ Ο
ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ. 4
2.Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΔΩΡΙΖΑΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ. 11
3.-ΑΓΝΩΣΤΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ
ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΔΩΡΙΖΑ -ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ 13
4.-Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΦΟΡΙΣΜΟΥ
ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΔΩΡΙΖΑ. 16
ΠΕΡΙΛΗΨΗ. 19
ΕΠΙΜΕΤΡΟ. 23
ΠΗΓΕΣ: 27
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ: «ΔΥΣΤΥΧΕ ΛΑΕ!», 1856
«Δύστυχε λαέ!
Οι κατεργαραίοι σ’ εμεθήσανε καθώς μεθούν τα
μελίσια και τα βάνουνε στο καλάθι…
Σ’ εμεθήσανε και σ’ εκάμανε να πιστέψης πως κάτι
είσαι!
Δύστυχε λαέ!
Ξέρεις τι είσαι;
Εκείνο που είναι όλοι οι λαοί, εκείνο που
εσταθήκανε οι λαοί πάντα, είσαι, θέλεις δε θέλεις, το κλοτσοσκούφι εκεινώνε που
τους βαστά η ψυχή τους να σε παίζουνε.
Μπορεί να μη σ’ αρέση τούτη η αλήθεια, μα δέξου
τη γιατί είναι αλήθεια.
Είναι πικρία, μα κάνει καλό.
Εσύ έχεις παράπονα εναντίον εις εκείνους οπού
έως τώρα σ’ εδιοικήσανε και τώρα εβγήκανε άλλοι, οι οποίοι λέγονται φίλοι σου,
και σου ζητούνε να σε διοικήσουν εκείνοι, και συ κατά το συνηθισμένο, γιατί
έτσι οι λαοί κάνουνε πάντα, έτρεξες εις εδαύτους και τους ακολούθησες,,»
Τον φάκελο του αφορισμού και τις απόψεις της Εκκλησίας δημοσίευσε σε ιδιαίτερα
σημαντικό μελέτημα του, ο Μεσολωράς Ιωάννης Δ. (πρωτοπρεσβύτερος),
"Ο εν απουσία των εκκλησιαστικών αρχείων μέχρι τώρα λόγος περί του
αφορισμού του Α. Λασκαράτου", ΙΑ' Διεθνές Πανιόνιο Συνέδριο (2018),
Πρακτικά, Αργοστόλι 2019, τόμ. 4, σ. 266-304.στο οποίο περιλαμβάνονται
σημαντικά ντοκουμέντα ,όπως ο αφορισμός κλπ.