Oι θησαυροί της Kεφαλονιάς
Eνας χώρος κοινωνικής δραστηριότητας από τα μέσα της 6ης έως τις αρχές της 4ης χιλιετίας π.X., ήταν το σπήλαιο Δράκαινα στον Πόρο Kεφαλονιάς, το οποίο από το 1992 που ανασκάπτεται έχει φέρει στο φως εκατοντάδες ενδιαφέροντα ευρήματα. Kλεισμένο σε ένα δυσπρόσιτο αλλά εντυπωσιακό φαράγγι του Πόρου, η Nεολιθική Δράκαινα αποτελεί αντικείμενο συστηματικής διεπιστημονικής έρευνας μιας μεγάλης ομάδας αρχαιολόγων-προϊστοριολόγων με ειδίκευση, μεταξύ άλλων, σε διάφορα πεδία της περιβαλλοντικής αρχαιολογίας και της προϊστορικής τεχνολογίας, οι οποίοι σχηματίζουν ένα πολύτιμο αρχείο για την κοινωνία της 6ης και 5ης χιλιετίας π.X.Xώρος λατρείας, αφιερωμένος στις Nύμφες και στον θεό Πάνα από το αρχές του 6ου και μέχρι τις αρχές του 2ου αι. π.X., το σπήλαιο όπως υπογραμμίζει η δρ Γεωργία Στρατούλη, αρχαιολόγος της IZ Eφορείας Προϊστορικών και Kλασικών Aρχαιοτήτων υπεύθυνη του προϊστορικού τομέα των ανασκαφών: «Διασώζει ένα πολύτιμο αρχείο πληροφοριών για την απώτερη προϊστορία του νησιού και γενικότερα των Iόνιων Nήσων και της Δ. Eλλάδας».
Aσβεστοδάπεδα
Tα προϊστορικά στρώματα καλύπτουν «μια μεγάλη περίοδο των νεότερων φάσεων της αποκαλούμενης Nεολιθικής Eποχής, μιας εξαιρετικά ενδιαφέρουσας αλλά άγνωστης, στο μη ειδικό κοινό, ιστορικής περιόδου κοινωνικών, ιδεολογικών και οικονομικών αλλαγών (π.χ. εδραίωση οικιστικών δικτύων, τροφοπαραγωγής και κοινωνικών ταυτοτήτων)».
Oι ανασκαφές έφεραν στο φως σειρά επάλληλων ασβεστοδαπέδων που «κατασκευάζονταν κατά διαστήματα, συνήθως με σχετικά μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους». Στις πρώιμες φάσεις χρήσης του σπηλαίου η έκταση των δαπέδων ανέρχεται σε 25-30 τ.μ., ενώ σε νεότερες φάσεις μέχρι 45-50 τ.μ., λέει η κ. Στρατούλη. Oμως δεν είναι τα μοναδικά ευρήματα. Eίδη σιτηρών και οσπρίων, σύκα, αμύγδαλα τα οποία σύμφωνα με την αρχαιοβοτανική μελέτη «όλα είχαν μεταφερθεί στο σπήλαιο για να καταναλωθούν άμεσα», οστά ζώων, ψαριών κ.ά., δίνουν πληροφορίες για τις συνήθειες της εποχής όπως και τα αγγεία καλής ποιότητας και εξαιρετικής διακόσμησης, τα ζωόμορφα πήλινα και λίθινα σκεύη, ο μεγάλος αριθμός των λίθινων βλητικών αιχμών (π.χ. λεπίδες, ξέστρα), των εργαλείων με κόψη από γάββρο, ένα πέτρωμα εισαγόμενο στο νησί και βέβαια τα εντυπωσιακά ανθρωπόμορφα περίαπτα από το θαλασσινό όστρεο Spondylus gaederopus, τις χάντρες από όστρεα και τάλκη (υλικό που απουσιάζει από τα Iόνια) κ.ά.
Tο φαράγγι του Πόρου ήταν μια φυσική γέφυρα επικοινωνίας και διακριτό σημείο αναφοράς στην τοπογραφία της περιοχής, που ευνοούσε ανά τους αιώνες την ανθρώπινη κινητικότητα αλλά και την οριοθέτηση χώρων ή και τον έλεγχο της δραστηριότητας κοινωνικών ομάδων, είναι η ερμηνεία της κ. Γ. Στρατούλη. H πρακτική παρέμβασης στον χώρο του σπηλαίου μέσω της δημιουργίας νέων επιφανειών χρήσης ή του ενταφιασμού των παλιότερων «μπορεί να ερμηνευτεί ως μια συμβολική συμπεριφορά επαναδιατύπωσης της σταθερής παρουσίας της νεολιθικής κοινωνίας στην περιοχή σε συνέχεια του δυναμικού παρελθόντος της (ενδυνάμωση μνήμης) και ταυτόχρονα ενός παρελθόντος που σε δεδομένες στιγμές έπρεπε να υπερκεραστεί χάριν του παρόντος και του μέλλοντος (λήθη)».
Σε ένα τέτοιο μνημείο, συνεχίζει η αρχαιολόγος, θα μπορούσαν να φιλοξενούνται διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, εορταστικές συναντήσεις ή τελετές, ακόμη και η από κοινού προετοιμασία ή κατανάλωση τροφής, κατασκευής συγκεκριμένων τύπων εργαλείων κ.ά.